Η νόσος των Λεγεωναρίων ή Πνευμονία από τα κλιματιστικά είναι μια οξεία εμπύρετος νόσος
του αναπνευστικού συστήματος που οφείλεται σε λοίμωξη από βακτήρια. Η συντριπτική πλειοψηφία οφείλεται στο βακτήριο Λεγιονέλλα η πνευμονόφιλος που προκαλεί σοβαρής μορφής πνευμονία. Ένα 10% οφείλεται σε άλλα είδη λεγιονέλλας τα οποία προκαλούν μια ηπιότερη εμπύρετη αυτοπεριοριζόμενη νόσο που μοιάζει με γρίπη, τον πυρετό Πόντιακ.
Η νόσος των λεγεωνάριων ονομάστηκε έτσι επειδή η πρώτη επιδημία εκδηλώθηκε το 1976 σε ένα ξενοδοχείο στην Φιλαδέλφεια των Ηνωμένων Πολιτειών, όπου συνεδρίαζε η Αμερικανική λεγεώνα. Από τα 221 άτομα που συνολικά προσβλήθηκαν από πνευμονία, τα 34 κατέληξαν.
Οι λεγιονέλλες είναι υδρόβιοι μικροοργανισμοί που ζουν σε υδάτινο περιβάλλον και ανευρίσκονται σε υγραντήρες, ψυκτικούς πύργους και μεγάλα συστήματα κλιματισμού. Δεν μεταδίδονται από άνθρωπο σε άνθρωπο. Οι άνθρωποι μολύνονται όταν εισπνέουν αιωρούμενα μολυσμένα από το βακτήριο σταγονίδια νερού, τα προέρχονται από συστήματα ή συσκευές που δεν έχουν επαρκώς συντηρηθεί και καθαριστεί.
Πιο επιρρεπή στην ασθένεια αυτή είναι οι καπνιστές και τα άτομα μεγαλύτερης ηλικίας ή με εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα όπως άτομα που πάσχουν από σακχαρώδη διαβήτη, νεφρική νόσο, χρόνιες παθήσεις του πνεύμονα, καρκίνο, ή λαμβάνουν φαρμακευτική αγωγή που καταστέλλει το ανοσοποιητικό τους σύστημα όπως κορτιζόνη, χημειοθεραπεία κ.α.
Τα συμπτώματα εμφανίζονται συνήθως 2 έως 10 ημέρες μετά την έκθεση του ατόμου στο βακτήριο. Αρχικά παρουσιάζεται με συμπτωματολογία που μοιάζει με ίωση όπως αδυναμία και καταβολή, πυρετός, πονοκέφαλος και μυϊκός πόνος ενώ σταδιακά την αναπτύσσονται και άλλα συμπτώματα όπως βήχας αρχικά ξηρός στη συνέχεια παραγωγικός με φλέγματα, πόνος στο στήθος και δύσπνοια που επί συνύπαρξης άλλων νοσημάτων, μπορεί να οδηγήσει σε αναπνευστική ανεπάρκεια. Προσβάλλει αρκετά συστήματα του οργανισμού και παρουσιάζονται ανάλογα συμπτώματα. Από το γαστρεντερικό σύστημα λ.χ. στομαχικές διαταραχές, διάρροια, ναυτία και έμετος, από το κεντρικό νευρικό σύστημα: σύγχυση ή λήθαργος κ.ο.κ.
Η θεραπεία γίνεται με χορήγηση αντιβιοτικής και υποστηρικτικής αγωγής. Η νόσος των λεγεωνάριων έχει άριστη πρόγνωση σε περίπτωση έγκαιρης διάγνωσης και σωστής αντιμετώπισης. Ωστόσο η θνησιμότητα μπορεί να φτάσει το 15% σε περίπτωση καθυστερημένης διάγνωσης ή συνύπαρξης άλλων νοσημάτων και επιβαρυντικών παραγόντων.
Για την πρόληψη της συνίσταται σχολαστικός και συχνός καθαρισμός και απολύμανση όλων των συστημάτων που περιέχουν νερό όπως κλιματιστικά, πισινές, υγραντήρες κ.α. Επίσης διακοπή του καπνίσματος και αποφυγή του παθητικού καπνίσματος, τροποποίηση των επιβαρυντικών παραγόντων και έγκαιρη ιατρική εκτίμηση επί εμφάνιση συμπτωμάτων.