Το μυοπεριτοναϊκό σημείο πυροδότησης πόνου ή σημείο trigger είναι «ένα υπερευαίσθητο σημείο,
εντοπιζόμενο συνήθως κατά μήκος μιας τεταμένης μυϊκής δεσμίδας στη γαστέρα του προσβεβλημένου μυός ή εντός της μυϊκής περιτονίας, το οποίο είναι ευαίσθητο στη μηχανική πίεση αναπαράγοντας έντονο τοπικό πόνο, χαρακτηριστικό αναφερόμενο πόνο, κινητική δυσλειτουργία στο μυ και δυνητικά συμπτώματα από το αυτόνομο νευρικό σύστημα, τα οποία στο σύνολο τους αποτελούν το σύνδρομο μυοπεριτοναϊκού πόνου (ΜΠ)».
Αρκετοί συγγραφείς αμφισβητούν το μυοπεριτοναϊκό σύνδρομο σαν διακριτή οντότητα και το θεωρούν κλινική φαινοτυπική εκδήλωση του πόνου και των αλγοϋποδοχέων της τενοντίτιδας, της δισκοριζίτιδας, της αρθρίτιδας κ.α.
Τα κύρια κλινικά χαρακτηριστικά του ΜΠ συνοψίζονται α)στον περιοχικό μυϊκό πόνο και στη μυϊκή δυσκαμψία, β)στις δυνητικές εκδηλώσεις από το αυτόνομο νευρικό σύστημα και γ)στα σημεία πυροδότησης ενώ η συμπτωματολογία περιλαμβάνει πέραν του χαρακτηριστικού αντανακλώμενου πόνου,τοπική ευαισθησία και πόνο, διαταραχές θερμοκρασίας,χρώματος ή ύπαρξη οιδήματος, αισθητικά ελλείμματα, διαταραχή της υφής των ιστών, περιορισμός του εύρους κίνησης και ασυμμετρία κίνησης.Τα ευρήματα αυτά μεμονωμένα ή σε συνδυασμό αποτελούν τα αντικειμενικά διαγνωστικά κριτήρια.
Δεν υπάρχει κάποια παθολογοανατομική ή εργαστηριακή εξέταση που να ανιχνεύει τα σημεία πυροδότησης.Η διάγνωση τίθεται μετά από προσεκτική λήψη του ιστορικού και των χαρακτηριστικών του πόνου, την απουσία συστηματικών ή άλλων τοπικών νοσημάτων και με την επιμελή φυσική εξέταση του ασθενούς.
Η χρήσης δακτυλικής πίεσης ως διαγνωστικής τεχνικής έχει αντικατασταθεί από νεότερες διαθέσιμες παρακλινικές διαγνωστικές μεθόδους όπως το αλγόμετρο Fisher το οποίο μετρά αντικειμενικά τον ουδό του πόνου στη μηχανική πίεση και το ηλεκτρομυογράφημα το οποίο όμως μέχρι στιγμής δεν έχει αποδώσει σημαντικά κλινικά αποτελέσματα.